ξεβουλώνω

ξεβουλώνω
ξεβουλώνω, ξεβούλωσα, ξεβουλωμένος βλ. πίν. 3

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ξεβουλώνω — ωσα, ώθηκα, ωμένος 1. μτβ., αποπωματίζω, βγάζω το πώμα, το καπάκι: Ξεβούλωσε το μπουκάλι και βάλε στα ποτήρια κρασί. 2. μτβ. και αμτβ., αφαιρώ εμπόδιο από σωλήνα, αποφράζω και αποφράζομαι: Ήρθε ο τεχνίτης και ξεβούλωσε το νεροχύτη. – Ρίξαμε… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξεβούλωμα — το, ατος το αποτέλεσμα του ξεβουλώνω, αφαίρεση βουλώματος, απόφραξη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ξεστουπώνω — ξεστούπωσα, ξεστουπώθηκα, ξεστουπωμένος, αφαιρώ το στούπωμα, ξεβουλώνω, αποφράζω: Ξεστούπωσα το νεροχύτη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”